Ένα βιβλίο για τη φιλία, την αποδοχή και το κουράγιο. Αν έπρεπε να το περιγράψω με τρεις λέξεις, αυτές θα ήταν: συγκινητικό, ταξιδιάρικο, δυνατό. «Οι κουρελούδες της Αλισάβας» είναι από τα βιβλία που τελειώνοντας το, χρειάζεσαι καμιά βδομάδα να συνέλθεις πριν πας στο επόμενο…!
«Γιατί τί νομίζεις οτι είναι η ζωή; Ένας αργαλειός είναι. Λες εσύ έτσι θέλω να ζήσω και διαλέγεις το σχέδιο, το μαλλί, τα διαλέγεις όλα. […]Πατάς τη μια πατήθρα και, αντί να σηκωθούν οι κλωστές, κατεβαίνουν. Γελά ο Πλάστης από πάνω. Παίρνεις ανάσα, κάνεις τον σταυρό σου[…], προσέχεις μη λαθέψεις πάλι, γιατί δεν έχουν πισωγυρίσματα οι σαϊτιές, δε διορθώνονται τα λαθεμένα πατήματα, έτσι είναι αυτό το υφάδι, μια κι έξω, δεν έχει ξηλώματα, και φτου κι απ’ την αρχή. Δύσκολο σχέδιο η ζωή. Και δώσ’του και γελά ο Πλάστης.»
(απόσπασμα του βιβλίου)
ΤΟ ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΕΠΙΛΟΓΗΣ
Διάλεξα το «Οι κουρελούδες της Αλισάβας» εντελώς τυχαία τον Αύγουστο που μας πέρασε. Ήταν προσφορά σε ένα βιβλιοπωλείο με έκπτωση μαζί με κάποια άλλα που είχα αγοράσει.

Στην αρχή μού έκανε εντύπωση το έντονο χρώμα στο εξώφυλλο και ο τίτλος (δεν είχα ξανακούσει το όνομα Αλισάβα, μ’ άρεσε όπως ακουγόταν). Διαβάζοντας και την υπόθεση στο οπισθόφυλλο έγινε το ‘κλικ’ που λένε.
👉 Διάβασε κι αυτό: 10 τρόποι να βρεις οικονομικά (ή και δωρεάν) βιβλία!
Η ΥΠΟΘΕΣΗ
(από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)
«Διάλεγε τα ρουχαλάκια, τα λουρίδιαζε για τις κουρελούδες της και αναθυμόταν τους δικούς της στην αντίπερα όχθη. Κουβέντιαζε μαζί τους, τους κερνούσε, έκλαιγε που δεν μπορούσε να τους αγγίξει, θύμωνε και μέρευε, αλλά τους αποθαμένους δεν τους αποχωριζόταν.»
Εκείνο το καλοκαίρι του 1912 στη Ραιδεστό ήρθε ο σεισμός σαν δράκος του παραμυθιού να καταπιεί τη μικρή Αλισάβα και τα αδέλφια της, να σύρει τα φορτωμένα κάρα σε νέους τόπους και να παίξει με τα κουβάρια της ζωής τους.
Πολλά χρόνια μετά, εκεί στο χιονισμένο δρομάκι, φάνηκε μια παράξενη σκιά κουκουλωμένη με την μπέρτα της, σαν λάμια, ήταν τρομακτική φιγούρα για τα παιδιά, αινιγματική για τους μεγάλους. Ήταν Χριστούγεννα κι έκανε κρύο. Η Αλισάβα έπιασε το μικρό αγόρι από το χέρι και το οδήγησε στο σπίτι της. Εκείνο, σαστισμένο, κάθισε κοντά στη σόμπα, παρατηρώντας τους καναπέδες με τα υφαντά και τις ξεθωριασμένες φωτογραφίες στον τοίχο. Τον κέρασε κουραμπιέ και της είπε τα κάλαντα.
Από κείνη τη μέρα τα δακρυσμένα μάτια της θα μολογούσαν χιλιάδες θύμησες στον Νικηφόρο. Όλα όσα φύλαγε εξήντα τόσα χρόνια… σπαρτά και αλώνια, θάλασσες και γλάρους, μαύρα σύννεφα και κανόνια, πολύχρωμα κουρελάκια, μια ζωή ολάκερη στον αργαλειό, να περνάει τη σαΐτα, να κυλούν τόπια τα υφαντά.
Το ταξίδι ατέλειωτο, δελεαστικό, μήνες θαρρείς κρατούσαν οι διηγήσεις, μήνες κι εποχές ολόκληρες, άπλωνε το χέρι ο Νικηφόρος και πίστευε ότι θα τις αγγίξει έτσι όπως άγγιζε τα ρόδια στη μικρή αυλή ώσπου να γίνουν ζάχαρη, ν’ αγαπηθούν πολύ όσοι τα γευτούν κι η γλύκα να γεμίσει παρηγοριά τον κάθε πικραμένο στον απάνω κόσμο…
Κι όταν το αγόρι έγινε άνδρας και η παράξενη σκιά ετοιμαζόταν να ταξιδέψει, πάλι μια κουρελού ολοκαίνουρια, απάτητη, με χρώματα ζωντανά, θα τους έδενε για πάντα… «Από δικά σου ρούχα φτιαγμένη, ξέρεις εσύ…»
Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
Ο Νίκος Μητούσης γεννήθηκε έναν χιονισμένο Φλεβάρη του 1963 σε ένα χωριό της Ροδόπης, τον Ίασμο. Σε ηλικία 18 ετών μετακόμισε στην Αθήνα όπου συνέχισε τις σπουδές του και παράλληλα εργάστηκε σε πολλές εταιρείες στον οικονομικό τομέα. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, τον κέρδισε η ναυτιλία. Είναι λάτρης της φωτογραφίας, της μουσικής και των ταξιδιών.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ
«Οι κουρελούδες της Αλισάβας» είναι από εκείνα τα βιβλία που διαβάζοντας τις πρώτες σελίδες καταλαβαίνεις ότι έχει πέσει στα χέρια σου ένα πραγματικά όμορφο βιβλίο.
Τόσο καλό που αμφιταλαντεύεσαι ανάμεσα στο να το διαβάσεις μονορούφι ή να το απολαύσεις κομμάτι-κομμάτι. Εγώ προτίμησα το δεύτερο, γιατί κάτι μού έλεγε ότι θα το λατρέψω αυτό το βιβλίο. Και έτσι έγινε. Σπάνια πέφτω έξω σε βιβλία. Και ακόμα πιο σπάνια να κάνω πάνω από τρεις ημέρες να διαβάσω ένα βιβλίο (όσες σελίδες και να έχει). Το συγκεκριμένο μού πήρε σχεδόν ένα μήνα…! Όχι μόνο δεν το μετάνιωσα, αλλά το κατέταξα στα πιο αγαπημένα μου βιβλία.
Είναι από αυτά τα βιβλία που παρόλες τις 650 σελίδες του, κλείνοντας το σού φαίνεται μικρό. Αφήνει πολλά έντονα συναισθήματα με την συγκίνηση να κυριαρχεί…\
👉 Διάβασε κι αυτό: 6+1 πράγματα που ενοχλούν τους βιβλιόφιλους!
ΜΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΛΟΓΙΑ
Η ΔΙΗΓΗΣΗ-ΠΛΟΚΗ
Η διήγηση γίνεται μεθοδικά και εναλλάσσεται ανάμεσα σε παρόν και παρελθόν. Η Αλισάβα διηγείται τη ζωή της στον μικρό Νικηφόρο και οι δυο τους δένονται με μοναδικό τρόπο μέσα από τις αφηγήσεις… αλλά και τις κουρελούδες της Αλισάβας.
Η γραφή σε ταξιδεύει με τέτοιο τρόπο που πραγματικά κάνει τον αναγνώστη να νιώθει ότι ζωντανεύουν όλα μπροστά στα μάτια του. Εικόνες, θόρυβοι, αρώματα, μυρωδιές, συναισθήματα.
Απορίες που δημιουργούνται στο παρόν, λύνονται σταδιακά και συνδέονται με το παρελθόν. Κι όλα αυτά «φυλαγμένα» στις κουρελούδες της Αλισάβας.
ΟΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΕΣ
Από που να αρχίσεις… και που να τελειώσεις. Από την ‘πρωταγωνίστρια’ Αλισάβα που αποφασίζει να ‘ξετυλίξει’ το κουβάρι της ζωής της στον μικρό Νικηφόρο. Από τον ίδιο τον Νικηφόρο να δίνει ξανά νόημα στην μοναχική (από επιλογή) ζωή της και να ‘δένεται’ με την Αλισάβα με έναν τρόπο στοργικό, σε σημείο να καθορίσει τον άντρα και άνθρωπο που θα γίνει μεγαλώνοντας.
«Και τις λαθεμένες πατημασιές να τις αγαπάς, να μην τις φοβάσαι. […]Κι αν δεν μπορείς εσύ μόνος σου, ποιος θαρρείς θα έρθει να σε συνδράμει, ποιος; Ρώτα με, ντε, και μένα να σου πω. Κανένας. Ακούς; Κανένας.»
(ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ)
Η – κατ’ επιλογή – μοναξιά της Αλισάβας και η ‘συναισθηματική’ του Νικηφόρου, σαν εσωστρεφές μοναχοπαίδι, μετά έφηβος και αργότερα άντρας, ενώνονται με έναν τρόπο που σημαδεύει και τους δύο. Και οι δύο βρίσκουν ο ένας στο πρόσωπο του άλλου έναν έμπιστο φίλο. Τι κι αν τους χωρίζουν δεκαετίες ολόκληρες. Όταν υπάρχει κατανόηση και αποδοχή η φιλία δεν γνωρίζει ηλικιακά όρια.
👉 Διάβασε κι αυτό: Βιβλία: Μας κάνουν καλύτερους ανθρώπους τελικά;
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Το έγραψα και παραπάνω, αλλά θα το ξαναγράψω και στο τέλος. Αν έπρεπε να το περιγράψω με τρεις λέξεις, αυτές θα ήταν: συγκινητικό, ταξιδιάρικο, δυνατό. «Οι κουρελούδες της Αλισάβας» είναι από τα βιβλία που τελειώνοντας το, χρειάζεσαι καμιά βδομάδα να συνέλθεις πριν πας στο επόμενο…!
Ένα από τα πιο δυνατά, καλογραμμένα και συγκινητικά βιβλία που έχω διαβάσει. Το προτείνω ανεπιφύλακτα!
Που θα το βρεις: Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ‘Χάρτινη Πόλη’
Τιμή: 9,90€
Σχετικά άρθρα:
✔ 5 σκέψεις για το «Το Ημερολόγιο της Άννας Φρανκ»
✔ Διαβάζοντας «Κυνηγώντας τον Χρόνο» της Εύα Μάγκου – Lajiness
✔ Διαβάζοντας «Έρωτας με λικέρ μαστίχα» της Ζωής Ράπτη
✔ Διαβάζοντας το «Όταν σκοτώνουν τα κοτσύφια» της Harper Lee
👉 Μην παραλείψεις να κάνεις εγγραφή στο Newsletter μου για να μείνεις ενημερωμένος, αλλά και να με ακολουθήσεις σε Facebook, Instagram και Pinterest!

7 σκέψεις σχετικά με το “Διαβάζοντας «Οι κουρελούδες της Αλισάβας» του Νίκου Μητούση”